
Γειά σας, Είμαι ο Αχιλλέας Κωστούλας, και σας καλωσορίζω στις Γλωσσολογικές Αναζητήσεις. Το επεισόδιο, το δεύτερο σε μια σειρά τεσσάρων επεισοδίων για την ιστορία της ελληνικής γλώσσας, εστιάζει στα ελληνικά της κλασικής αρχαιότητας. Καταθέτει, ακόμη, έναν προβληματισμό αναφορικά με τη σχέση που έχουν οι αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι με τα αρχαία ελληνικά, όπως διδάσκονται στο σχολείο, και με τα σημερινά ελληνικά τα οποία (υποτίθεται πως) υποστηρίζει η διδασκαλία αυτή.
Η ελληνική γλώσσα: ένα ταξίδι στο χρόνο
- Η προϊστορία της ελληνικής γλώσσας
- Τα ελληνικά της κλασικής αρχαιότητας (αυτό το επεισόδιο)
- Η Ελληνιστική Κοινή και οι απαρχές της διγλωσσίας
- Προς το σήμερα: Το Γλωσσικό Ζήτημα
Τα ελληνικά της κλασικής αρχαιότητας
Στο επεισόδιο εξετάζονται η εξαφάνιση και επανεμφάνιση της γραφής, η προέλευση του αλφαβήτου και η προσαρμογή του στα ελληνικά, η διαλεκτική πολυμορφία της ελληνικής και η σχέση των αρχαίων της αρχαιότητας με τα «αρχαία» που μας είναι γνωστά.
Από την μυκηναϊκή εποχή στους αρχαϊκούς χρόνους
Τα πρώτα ελληνικά κείμενα, οι πινακίδες των μυκηναϊκών ανακτόρων, χρονολογούνται γύρω στο 15ο π.Χ. αιώνα. Το σύστημα γραφής στο οποίο είναι γραμμένες οι πινακίδες αυτές, η Γραμμική Β’, ήταν ένα πολύ εξειδικευμένο εργαλείο, που χρησίμευε μόνο στην ανακτορική γραφειοκρατία. Η καταστροφή των ανακτόρων, τον 13ο και 12ο π.Χ. αιώνα, είχε ως συνέπεια και την εξαφάνιση της Γραμμικής Β’.
Γραπτά τεκμήρια της ελληνικής ξαναεμφανίζονται τον 8ο π.Χ. αιώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι η επανεμφάνιση της γραφής ακολουθεί ιστορικά την εμπορική εξάπλωση των Ελλήνων στην Ανατολική Μεσόγειο. Η συνάντηση με άλλους εμπορικούς λαούς, τους Φοίνικες, έδωσε στους Έλληνες την ευκαιρία να γνωρίσουν ένα νέο, πιο εύχρηστο σύστημα γραφής, το αλφαβητικό.
Ο γραπτός λόγος και το αλφάβητο
Η φοινικική προέλευση του αλφαβήτου
Το ότι οι Έλληνες δανείστηκαν το αλφάβητο από τους Φοίνικες αποτελεί κατασταλαγμένη γνώση της επιστήμης. Διάφορες περιθωριακές αντιρρήσεις, που θέλουν το αλφάβητο να είναι ελληνική επινόηση, αγνοούν πλήθος στοιχείων από τα οποία γίνεται φανερή η φοινικική προέλευση του συστήματος γραφής.
Μια πρώτη πειστική ένδειξη παρέχεται από ιστορικές μαρτυρίες. Γράφει, ενδεικτικά ο Ηρόδοτος (Τερψιχόρη [ε]: 58.1-2, μτφ. Η. Σπυρόπουλου):
Κι οι Φοίνικες αυτοί που ήρθαν μαζί με τον Κάδμο … δίδαξαν στους Έλληνες κι άλλες πολλές γνώσεις και προπάντων τα γράμματα, που, όπως νομίζω, ήταν άγνωστα ως τότε στους Έλληνες· αρχικά ήταν αυτά που χρησιμοποιούσαν όλοι οι Φοίνικες, αργότερα όμως, με το πέρασμα του καιρού, μαζί με τη γλώσσα άλλαξαν και τη μορφή των γραμμάτων. … [Οι Ίωνες] πήραν ως μαθητές τα γράμματα από τους Φοίνικες, κι αφού άλλαξαν ελαφρά τη μορφή τους, τα χρησιμοποιούσαν, και χρησιμοποιώντας τα τους έδωσαν όνομα· κι όπως το ᾽θελε και το δίκιο, μια και τα είχαν φέρει στην Ελλάδα οι Φοίνικες, τους έδωσαν το όνομα «φοινικήια».
Δεύτερη ισχυρότατη ένδειξη είναι το όνομα των γραμμάτων. Οι λέξεις «άλφα», «βήτα», «γάμα»… είναι δάνειες από τα φοινικικά (και γι’ αυτό παραμένουν άκλιτες). Στα ελληνικά οι λέξεις αυτές δεν σημαίνουν τίποτα, ούτε μοιάζουν με κάποια άλλη γνωστή ελληνική λέξη. Αντίθετα, αντιστοιχούν σχεδόν απόλυτα σε γνωστές φοινικικές λέξεις: άλιφ ή άλεφ στις σημιτικές γλώσσες είναι το βόδι, μπετ το σπίτι (πβλ. την εβραϊκή λέξη bet lehem, Βηθλεέμ), γκαμλ ή γκίμελ η καμήλα, κ.ο.κ.
Ακόμη υπάρχουν πλήθος αρχαιολογικά τεκμήρια από τη Μέση Ανατολή που δείχνουν την καταγωγή των αλφαβητικών συμβόλων. Αυτά δείχνουν τη σταδιακή εξέλιξη των αρχικών ιδεογραμμάτων (συμβόλων που αναπαριστάνουν αντικείμενα) σε αφηρημένα σχήματα που συμβολίζουν ήχους.

Προσαρμογή του αλφαβήτου
Το φοινικικό αλφάβητο αναπτύχθηκε για να αποτυπώσει σημιτικές γλώσσες, στις οποίες τα φωνήεντα δεν είναι σταθερά. Για το λόγο αυτό αποτύπωνε μόνο τα σταθερά στοιχεία κάθε λέξης, τα σύμφωνα και τα ημίφωνα. Τα φωνήεντα τα συμπλήρωναν οι αναγνώστες, περίπου όπως συμπληρώνουμε εμείς ό,τι λείπει στις λέξεις «Φ.Π.Α.», ή «κ.τ.λ.». Η ιδιαιτερότητα αυτή δεν αναιρεί τον αλφαβητικό χαρακτήρα του συστήματος γραφής των Φοινίκων (ενδ. Harris, 2000, σελ. 130), ούτε το καθιστά «οιονεί συλλαβικό», όπως υποστηρίζεται ενίοτε.
Στα ελληνικά της αρχαιότητας, αντίθετα, όπως και στα σημερινά, τα φωνήεντα έχουν διαφοροποιητική αξία, μεταβάλλουν δηλαδή τη σημασία των λέξεων. Αν γράψουμε πως «χρς βγκ πγν», δεν μπορούμε να ξέρουμε αν αυτός που «βγήκε παγανιά» είναι κάποιος Χάρης, ο Χάρος ή κάποιος χοίρος. Για το λόγο αυτό ήταν αναγκαίο να προστεθούν στο ορθογραφικό σύστημα και σύμβολα που αντιστοιχούσαν σε φωνήεντα.
Η διαδικασία αυτή έγινε με δύο τρόπους: Κάποια σύμβολα, όπως το Α και τη Η, προσαρμόστηκαν από τα φοινικικά. Η διαδικασία αυτή μοιάζει με την κατά προσέγγιση χρήση λατινικών γραμμάτων στα greeklish (π.χ. χρήση του <d> για να αποδοθεί το /δ/). Άλλα σύμβολα δημιουργήθηκαν επί τούτου. Για παράδειγμα, για να αποδοθούν το βραχύ /ο/ και το μακρό /ο:/, έγινε διάκριση ανάμεσα στο ομικρόν (Ο) και το ωμέγα (Ω).
Χωρίς να παρασυρόμαστε σε αντεπιστημονικές υπερβολές, όπως αυτές που συναντάμε σε σχολικά βιβλία και κακογραμμένα λεξικά, καταλαβαίνουμε πως επρόκειτο για μια σημαντική προσθήκη, που επέτρεψε αργότερα να υιοθετηθεί το αλφάβητο και σε άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες.
Ένα αλφάβητο ή πολλά;
Αν και αναφερόμαστε, για οικονομία λόγου, σε «αλφάβητο», στον ελλαδικό χώρο συνυπήρχαν πολλά αλφάβητα, με διαφορετικο αριθμό και σχήμα γραμμάτων. Η ποικιλία αυτή μάλιστα είναι ανεξάρτηση από την κατανομή των διαλέκτων (βλ. παρακάτω). Κατά τυπογραφική σύμβαση, τα αλφάβητα της κλασικής αρχαιότητας σημειώνονται στους ιστορικούς άτλαντες με σταθερά χρώματα (βλ. και διαφάνειες):
- Μπλε στα παράλια και τις νησιωτικές περιοχές, μεταξύ των οποίων και της Αττικής (γαλάζιο). Το σημερινό ελληνικό αλφάβητο αποτελεί μετεξέλιξή αυτής της ομάδας.
- Κόκκινα σε Πελοπόννησο, Στερεά Ελλάδα και Εύβοια, καθώς και Θεσσαλία. Από τα κόκκινα αλφάβητα προήλθε το λατινικό.
- Πράσινα αλφάβητα είναι (προφανώς!) αυτά της Κρήτης. Είναι οι μάλλον πιο συντηρητικές μορφές γραφής και μοιάζουν με το φοινικικό αλφάβητο.
Ο προφορικός λόγος: πώς μιλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες;
Σκεφτόμαστε τα αρχαία ελληνικά, και φέρνουμε στο μυαλό μας μια ενιαία γλώσσα που ενώνει όλους τους προγόνους μας, μεταξύ τους και με εμάς. Στην ενότητα αυτή θα εξετάσουμε κατά πόσο ισχύουν αυτά.
Διαλεκτικός κατακερματισμός
Όταν αναλογιζόμαστε τα ελληνικά της κλασικής αρχαιότητας, ίσως πρέπει να δίνουμε έμφαση σε αυτόν τον πληθυντικό. Ένα σημαντικό γνώρισμα των ελληνικών της εποχής είναι ακριβώς η διαλεκτική τους πολυδιάσπαση. Αυτό σημαίνει πως σε κάθε περιοχή ή πόλη-κράτος, οι άνθρωποι μιλούσαν κάπως διαφορετικά ελληνικά.
Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του Ηροδότου (Κλειώ [α]: 142.3-4, μτφ. Δ. Μαρωνίτη), που μας πληροφορεί ότι ακόμη και γειτονικές πόλεις της Ιωνίας είχαν η καθεμία δικό τους «τρόπο» ή «χαρακτήρα γλώσσης».
Δε χρησιμοποιούν όλοι οι Ίωνες την ίδια γλώσσα αλλά τέσσερα διαφορετικά ιδιώματα. Προς νότο η πρώτη πόλη στη σειρά είναι η Μίλητος, ύστερα έρχονται η Μυούς και η Πριήνη· αυτές βρίσκονται στην Καρία και μιλούν το ίδιο ιδίωμα μεταξύ τους. Οι πόλεις πάλι στη Λυδία είναι η Έφεσος, η Κολοφών, Λέβεδος, Τέως, Κλαζομεναί και η Φώκαια· αυτές οι πόλεις δε συμφωνούν καθόλου ως προς τη γλώσσα τους με εκείνες που αναφέραμε πρωτύτερα, ενώ μεταξύ τους έχουν το ίδιο ιδίωμα. Υπολείπονται άλλες τρεις ιωνικές πόλεις, που οι δύο είναι χτισμένες σε νησιά, στη Σάμο και στη Χίο, ενώ η τρίτη βρίσκεται στη στεριά, δηλαδή οι Ερυθραί· Χίοι και Ερυθραίοι μιλούν το ίδιο ιδίωμα, ενώ οι Σάμιοι το ιδιαίτερο δικό τους. Έτσι τα γλωσσικά ιδιώματα γίνονται τέσσερα.
Αν μάλιστα αναλογιστούμε ότι οι διαφορές, που πρέπει να ήταν τόσο εμφανείς στον Ηρόδοτο, είναι δυσδιάκριτες στις επιγραφές και τα αγγεία που διασώζονται, καταλαβαίνουμε πώς ο διαλεκτικός κατακερματισμός πρέπει να ήταν πολύ πιο έντονος απ’ όσο μαρτυρά η φιλολογική μελέτη και η αρχαιολογία.
Οι διάλεκτοι στην κλασική αρχαιότητα
Για τις διαλέκτους αυτές υπάρχουν λίγες πληροφορίες. Δεν εκπλήσσει αυτό, μιας και τα γραπτά κατάλοιπα της αρχαίας ελληνικής προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από την αρχαία Αθήνα. Ωστόσο, μπορούμε να ομαδοποιήσουμε τις διαλέκτους σε τέσσερεις μεγάλες κατηγορίες, που εμφανίζονται στον παρακάτω πίνακα.
Διάλεκτος | Ενδεικτικές περιοχές χρήσης |
---|---|
Ιωνική-Αττική | Μικρά Ασία, Εύβοια, Κυκλάδες, Αττικη |
Αιολική | Βοιωτία, Θεσσαλία, Λέσβος |
Αρκαδοκυπριακή | Αρκαδία και Κύπρος |
Δυτικές διάλεκτοι | Πελοπόννησος, Δωδεκάνησα, Αιτολοακαρνανία, Ηπειρος, |
Κάποιες χαρακτηριστικές διαφορές, ορατές ακόμη, είχαν να κάνουν με την αξία των φωνηέντων. Για παράδειγμα, οι Αθηναίοι μπορεί να ονόμαζαν ένα παιδάκι Παρμενίδη ή Αριστείδη, χρησιμοποιώντας την Αττική κατάληξη του ονόματος, ενώ οι Σπαρτιάτες Βρασίδα ή Λεωνίδα. Οι Σπαρτιάτισσες έλεγαν, αναφερόμενες στην ασπίδα των γιών τους, «ή τάν ή επι τάς»· οι Ίωνες θα έλεγαν «ή τήν (ασπίδα) ή επί τής». Οι Ηπειρώτες τύπωναν στα νομίσματά τους τη λέξη «Απειρωτάν», για να δηλώσουν το Κοινό (: συνομοσπονδία πόλεων) των Ηπειρωτών.

Παρά τις διαφορές τους, οι αρχαιοελληνικές διάλεκτοι δεν δημιουργούσαν δυσχέρειες στην αμοιβαία αλληλοκατανόηση. Για παράδειγμα, οι θεατές των θεατρικών παραστάσεων στην Αθήνα δεν ενοχλούνταν από τη χρήση δωρικών διαλεκτικών στοιχείων στα χωρικά.
Στοιχεία των αρχαίων ελληνικών
Απλουστεύοντας, θα θεωρήσουμε ότι τα ελληνικά της κλασικής αρχαιότητας ήταν μια ενιαία γλώσσα. Η γλώσσα αυτή είχε πολλές και προφανείς ομοιότητες με τις μορφές των ελληνικών που ομιλήθηκαν σε μεταγενέστερες εποχές. Ωστόσο, είχε και αρκετές σημαντικές διαφορές από τα νέα ελληνικά:
- Η προφορά πολλών συμφώνων ήταν πολύ διαφορετική από τη σημερινή: τα γράμματα Β, Γ, Δ, αναπαριστούσαν τους φθόγγους [b], [g] και [d] αντίστοιχα (γι’αυτό τα πρόβατα «βελάζουν»). Αντίστοιχα, το Ζ αντιστοιχούσε στο σύμπλεγμα [zd] (και κάπως έτσι φαίνεται πιο φυσικό η λέξη «Ζευς» να έχει γενική «Διός»).
- Τα φωνήεντα, ως γνωστόν, διακρίνονταν σε μακρά και βραχέα, με διαφορετική προφορά το καθένα. Διέφεραν επίσης από τα νέα ελληνικά και ως προς τον τρόπο άρθρωσης: το γράμμα Η, π.χ., συμβόλιζε τον μακρό φθόγγο [ε:], ενώ το Υ αντιστοιχούσε στο [υ], όπως στο γαλλικό soupe.
- Ο τονισμός των λέξεων ήταν μελωδικός και όχι δυναμικός. Αυτό δεν σημαίνει μόνο πως τα αρχαία ακούγονταν πιο «τραγουδιστά» αλλά ότι το ανεβοκατέβασμα του ύψους της φωνής (που στα νεοελληνικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δείξει έμφαση, ειρωνεία, απορία κ.λπ.), στα αρχαία λειτουργούσε ως κομμάτι της φωνολογίας της λέξης.
- Σε ό,τι αφορά το σύστημα γραφής, οι Έλληνες της κλασικής περιόδου χρησιμοποιούσαν μόνο κεφαλαία γράμματα, χωρίς σημάδια τόνων ή πνεύματα.
Όλα αυτά, πρακτικά, σημαίνουν πως αν ένας αρχαίος Έλληνας είχε τη δυνατότητα να βρεθεί σε μια σημερινή τάξη, θα δυσκολευόταν πολύ και να διαβάσει και να καταλάβει τα αρχαία του σχολείου!
Τα αρχαία ελληνικά του σχολείου
Αν ορίσουμε, πρόχειρα, τα αρχαία ελληνικά ως όλες εκείνες τις μορφές της γλώσσας που μιλήθηκαν, σε όλον τον ελλαδικό χώρο, από την εποχή του Ομήρου ως τα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα διαπιστώσουμε ότι η γλώσσα αυτή μας είναι ελάχιστα γνωστή.
Τα κείμενα που σώζονται ολόκληρα είναι μερικές δεκάδες. Με ελάχιστες εξαιρέσεις είναι γεωγραφικά εντοπισμένα στην Αττική, και κλείνονται χρονολογικά σε δύο περίπου αιώνες. Είναι επίσης κείμενα πολύ ιδιαίτερα: υψηλή λογοτεχνία, νομικά κείμενα, ιστορικές και φιλοσοφικές πραγματείες. Αυτό σημαίνει ότι είναι πολύ παρακινδυνευμένο να υποθέσουμε ότι «έτσι μιλούσαν οι αρχαίοι».
Είναι παρακινδυνευμένη η εφαρμογή στην καθημερινή επικοινωνία λέξεων, μορφολογικών στοιχείων και γραμματικών κανόνων από τη φιλοσοφική, λογοτεχνική και νομική γραμματεία
Είναι ακόμη πιο παρακινδυνευμένο να αλιεύουμε από τα ειδικά αυτά κείμενα, λέξεις, μορφολογικά στοιχεία και γραμματικούς κανόνες, και να προτείνουμε ότι αυτά έχουν εφαρμογή στην καθημερινή ομιλία σήμερα – όχι μόνο γιατί μας χωρίζουν χιλιετίες, αλλά και έχουμε να κάνουμε με εντελώς άλλα κειμενικά είδη.
Συμπεράσματα
Η υιοθέτηση του αλφαβήτου, από τους Φοίνικες, αναζωογόνησε την ελληνική γλώσσα. Αυτό μας προσφέρει ένα ακόμη παράδειγμα του ότι μεταξύ των γλωσσών δεν είναι ούτε εφικτό ούτε ωφέλιμο να υπάρξουν στεγανά. Το παράδειγμα αυτό, και άλλα, αποδυναμώνουν την ισχύ των κινδυνολογικών λόγων που επιμένουν σε μια, ούτως ή άλλως ανέφικτη, γλωσσική καθαρότητα.
Η σε βάθος μελέτη της γλώσσας δεν μπορεί να επιβεβαιώσει το «εθνικό αφήγημα» που υπερτονίζει την ιστορική συνέχεια της γλώσσας, ως μιας αδιάσπαστης ενότητας που ξεκινά την εποχή του Αγαμέμνονα και του Οδυσσέα και συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι σήμερα. Στη διαδρομή αυτή, εκτός από ομοιότητες, υπάρχουν πολλά και μεγάλα κενά, αλλαγές και ασυνέχειες, πράγμα φυσικό και κοινό σε όλες τις γλώσσες.
Το μόρφωμα που διδάσκεται στα ελληνικά σχολεία έχει μόνο έμμεση σχέση με τα ελληνικά της κλασικής αρχαιότητας. Αν και τα αρχαία του ελληνικού σχολείου διαφέρουν από τα ελληνικά της αρχαιότητας, το εκπαιδευτικό σύστημα αποσιωπά τις διαφορές αυτές και υπερτονίζει τις, υπαρκτές ασφαλώς και αναντίρρητα σημαντικές, ομοιότητες. Διδάσκουμε έτσι και διδασκόμαστε ένα μικρό κομμάτι της αρχαίας, αυτό που σώζεται: ένα σπάραγμα περιορισμένο γεωγραφικά στην Αττική, χρονικά στον Χρυσό Αιώνα και υφολογικά στον πιο εξεζητημένο τρόπο έκφρασης. Κατασκευάζεται λοιπόν, παραπλανητικά και ανέντιμα, μια εντύπωση ότι οι γραμματικοί κανόνες και οι λεξικές επιλογές στο μικρό κομμάτι αυτό που μας σώζεται δείχνουν δήθεν τον τρόπο που πρέπει να μιλάμε και να γράφουμε σήμερα.
To podcast και οι συνοδευτικές διαφάνειες
Προτάσεις για περισσότερη μελέτη
- Καραντζόλα, Ε. (α.χ.ε.). Ιστορία της ελληνικής γλώσσας [Ανοικτό διαδικτυακό μάθημα]. Πανεπιστήμιο Αιγαίου. [Προτείνεται όλο το υλικό, αλλά άμεση εφαρμογή στις θεματικές του επεισοδίου έχουν οι ενότητες 5 και 6]
- Μίσιου, Α. (2007). Γραφή και ελληνική γλώσσα. Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας.
- Harris, R. (2000). Rethinking writing. Continuum.
- Χριστίδης, Α.-Φ. (2012). Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας (Ενότητα 5.5). ΚΕΓ.
- Χριστίδης, Α.-Φ. (2001). Η αρχαία και η νεότερη ελληνική γλώσσα: Η αυτονομία της δημοτικής. Στο Γ. Χάρης (Επιμ.), Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα (σελ. 35-44). Πατάκης.
Αχιλλέας Κωστούλας
Έχοντας περάσει, για σπουδές και εργασία, από τα Πανεπιστήμια του Μάντσεστερ (Ηνωμένο Βασίλειο) και Γκρατς (Αυστρία), διδάσκω γλωσσολογία και διδακτική της γλώσσας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Έχω δημοσιεύσει, μόνος και με συνεργάτ.ιδ.ες, βιβλία για τη γλώσσα και τη διδακτική της, όπως The Intentional Dynamics of TESOL (2021, De Gruyter), Ιδεολογίες, Γλωσσική Επικοινωνία και Εκπαίδευση (2021, Gutenberg) και Challenging Boundaries in Language Education (2019, Springer), καθώς και άρθρα σε διεθνή έγκριτα περιοδικά.
Το podcast
Στο επεισόδιο αυτό ακούγονται αποσπάσματα από τις πανεπιστημιακές μου διαλέξεις κατά την πανδημία (2021-2022), καθώς και στοιχεία που ηχογραφήθηκαν τον Ιούνιο του 2023. Οι διαφάνειες προέρχονται από το μάθημα “Γλωσσολογία και ελληνική γλώσσα” που δίδαξα κατά το εαρινό εξάμηνο του 2022. Τα περιεχόμενα του podcast και το συνοδευτικό υλικό απηχούν την επιστημονική μου κρίση και δεν εκφράζουν θέσεις του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Οι φωτογραφίες “τίτλου” είναι από το Adobe Stock και χρησιμοποιούνται κατόπιν άδειας. Το κομμάτια στο ηχητικό “χαλί” είναι ελεύθερα δικαιωμάτων.
Leave a Reply